Αγιολογικά

Νεκτάριος Πενταπόλεως, Άγιος

Γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 στη Σηλυβρία της Θράκης από τον Δήμο και τη Βασιλική Κεφάλα και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά τους. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος. Σε ηλικία 14 ετών πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου εργάστηκε ως υπάλληλος και κατόπιν ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πήγε στη Χίο, όπου από το 1866 μέχρι το 1876 χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λίθειο. Το 1876 εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή Χίου με το όνομα Λάζαρος και στις 15 Ιανουαρίου 1877 χειροτονήθηκε διάκονος, ονομασθείς Νεκτάριος, από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο αναλαμβάνοντας τη Γραμματεία της Μητροπόλεως. Το 1881 ήλθε στην Αθήνα, όπου με έξοδα του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου Δ' σπούδασε Θεολογία και πήρε το πτυχίο του το 1885. Έπειτα, ο ίδιος Πατριάρχης τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και του έδωσε τα καθήκοντα του γραμματέα και Ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Διετέλεσε επίσης πατριαρχικός επίτροπος στο Κάιρο. Στις 15 Ιανουαρίου 1889 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η δράση του ως Μητροπολίτου ήταν ιδιαίτερα καρποφόρα και γι'αυτό ήταν βασικός υποψήφιος του πατριαρχικού θρόνου Αλεξανδρείας. Λόγω όμως φθονερών εισηγήσεων προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο ο ταπεινόφρων Νεκτάριος, για να μη λυπήσει τον γέροντα Πατριάρχη, επέστρεψε στην Ελλάδα. Διετέλεσε Ιεροκήρυκας στην Εύβοια (1891 - 1893), τη Φθιώτιδα και τη Φωκίδα (1893 - 1894) και χρημάτισε διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894 - 1904). Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου το 1899, ο άγιος Νεκτάριος εκλήθη να τον διαδεχθεί, αλλά αρνήθηκε. Το 1904 ίδρυσε γυναικεία Μονή στην Αίγινα, της οποίας ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση, αφού εγκαταβίωσε εκεί το 1908 μετά την παραίτηση του από τη Ριζάρειο Σχολή. Έγραψε αρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος. Η ταπεινοφροσύνη του και η φιλανθρωπία του υπήρξαν παροιμιώδεις. Πέθανε το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου του 1920.